Company: Others
Created by: federica.masante
Number of Blossarys: 31
- English (EN)
- Romanian (RO)
- Russian (RU)
- Spanish, Latin American (XL)
- Macedonian (MK)
- Indonesian (ID)
- Hindi (HI)
- Italian (IT)
- Serbian (SR)
- Spanish (ES)
- Czech (CS)
- Hungarian (HU)
- Arabic (AR)
- French (FR)
- Turkish (TR)
- Greek (EL)
- Dutch (NL)
- Bulgarian (BG)
- Estonian (ET)
- Korean (KO)
- Swedish (SV)
- English, UK (UE)
- Chinese, Hong Kong (ZH)
- Slovak (SK)
- Lithuanian (LT)
- Norwegian Bokmål (NO)
- Thai (TH)
- Portuguese, Brazilian (PB)
- Danish (DA)
- Polish (PL)
- Japanese (JA)
- Chinese, Simplified (ZS)
- Chinese, Traditional (ZT)
- Romanian (RO)
- Russian (RU)
- Spanish, Latin American (XL)
- Macedonian (MK)
- Indonesian (ID)
- Hindi (HI)
- Italian (IT)
- Serbian (SR)
- Spanish (ES)
- Czech (CS)
- Hungarian (HU)
- Arabic (AR)
- French (FR)
- Turkish (TR)
- Greek (EL)
- Dutch (NL)
- Bulgarian (BG)
- Estonian (ET)
- Korean (KO)
- Swedish (SV)
- English, UK (UE)
- Chinese, Hong Kong (ZH)
- Slovak (SK)
- Lithuanian (LT)
- Norwegian Bokmål (NO)
- Thai (TH)
- Portuguese, Brazilian (PB)
- Danish (DA)
- Polish (PL)
- Japanese (JA)
- Chinese, Simplified (ZS)
- Chinese, Traditional (ZT)
Synkrona analys studier ett fenomen (till exempel en kod) som om det frystes vid en tidpunkt. Strukturalistisk semiotik fokuserar på synkrona snarare än diachronic analys och kritiseras för ignorera historicitet.
Η συγχρονική ανάλυση μελετά ένα φαινόμενο (όπως κώδικας)ως να είχε παγώσει σε μια ορισμένη χρονική στιγμη. Η δομική σημειολογιά εστιάζει στην συγχρονική παρά διαχρονική ανάλυση και σχολιάζεται για χρονική άγνοια, δηλ ότι δεν λειτουργεί σε ορισμέο χρόνο.
Den symboliska ordningen är Lacan's term för den fasen när barnet når behärskning inom den offentliga sfären av verbala språket - när en viss individualitet och autonomi är kapitulerade för begränsningarna i språkliga konventioner och själv blir en mer flytande och tvetydiga relationella signifianten snarare än en relativt fast enhet.
Η Συμβολική Τάξη είναι όρος του Lacan για τη φάση όπου ένα παιδί αρχίσει να μιλάει και να προφέρει/εκφέρει λέξης-όταν επιτευχθεί ένας βαθμός αυτοομίας και ατομικότητας στους συγκαταβατικούς γλωσσικούς περιορισμούς και ο Self(Εαυτός)γίνει πιο εύκολο και αμφίσημο σχετικό φώνημα παρά μια καθιερωμένη σχετική γλωσσική μονάδα (δηλ. όταν το παιδί αρχίζει να αρθρώνει φράσεις παρά να προφέρει άσχετες με την σειρά μεμονωμένες λέξεις.
# Ett läge där signifianten inte liknar det betecknade men som är godtycklig eller renodlat konventionella - så att relationen måste vara lärt sig (t.ex. ordet "stop", ett rött trafikljus, en flagga, ett nummer) (Peirce). Se även: godtycke, ikoniska, Indexical, transportsätt relation # symboliska kapital: Pierre Bourdieu beskrivs olika inbördes relaterade typer av "huvudstad" - ekonomiska, kulturella, sociala och symboliska.
Ενας τρόπος όπου το σημαίνον δεν συνδέει το σημαινόμενο αλλά το οποίο είναι αυθαίρετο ή καθαρά συγκαταβατικό ώστε η σχέση πρέπει να γνωσθεί (η λέξη 'στοπ', ένα κόκκιο φανάρι κυκλοφορίας, μι εθνική σημαία, ένας αριθμός (από τον Peirce). Δες επίσης, αυθεραισία, εικονικό, περιεχόμενο, τύποι σχέσης#Συμβολικό κεφαλαίο: Pierre Bourdieu τόνισε διαφορα είδη εσωτερικ΄΄ης σχέσης του κεφαλαίου, οικοομικού, πολιτιστικού, κοινωνικού και συμβολικού.
I teorier om subjektivitet görs åtskillnad mellan "ämne" och "individen". Individen är en verklig person, ämnet är en uppsättning av roller av dominerande kulturella och ideologiska värden (t.ex. klass, ålder, kön och etnicitet). Strukturalistisk begreppet "placering av ämnet" hänvisar till "konstitutionen" (konstruktion) av betvinga av texten. Enligt denna teori av text (eller diskursiva) positionering, läsaren är skyldig att anta en "ämne-ställning" som redan finns inom struktur och koder av texten. Ämnen är således byggda som "idealisk läsare" med hjälp av koder.
Στις θεωρίες της υποκειμενικότητας μια διάκριση που γίνεται ανάμεσα στο υποκείμενο και το άτομο. Ενώ το άτομο είναι πραγματικό πρόσωπο, το υποκείμενο είναι ένα σύνολο ρόλων που κατασκευάζεται από τις κυρίαρχες πολιτιστικές και ιδεολογικές αξίες (δηλαδή βασίζεται στην ιδεοληπτική ιδιότητα του υποκιεμένου( με όρους τάξης, ηλικία, φύλο και εθνικότητα). Η έννοια του στρουκτουραλισμού (από το structure=δομή, δηλ δομισμού)είναι η τοποθέτηση του υποκιεμένου, αναφέρεται στο τι αποτελεί αυτό (κατασκευή)του υποκειμένου από το κείμενο. Σύμφωνα με την άποψη της θεωρίας του κειμένου (ή λόγου)ο αναγν΄σωετης είναι υποχρεωμέος να υιοθετεί μια ''θέση υποκειμένου' που ήδη υπάρχει εντός της δομής και των σημάτων του κειμένου (του κώδικα σημειολογίας). Τα υποκείμενα έτσι κατασκευάζονται ως 'ιδεατοί αναγνώστες' μέσω της έννοιας κωδίκοων, δηλ.σημάτων =γλωσσσικών μονάδων
Ferdinand de Saussure, grundaren av modern lingvistik, var en pionjär inom strukturalistisk tänkande - hans var den språkliga modell som inspirerade de europeiska structuralists. Andra viktiga structuralists inkluderar Nikolai Trubetzkoy, Roman Jakobson, Louis Hjelmslev och Algirdas Greimas i lingvistik, Claude Lévi-Strauss i antropologi, Louis Althusser i statsvetenskap, Roland Barthes i litterär kritik och Jacques Lacan Psychoanalysis (även om teorierna av Barthes och Lacan utvecklats till poststructuralist dem).
Ο Ferdinand de Saussure, ο ιδρυτής της σύγχροης γλωσσολογίας, ήταν ένας πρωτοπόρος του δομιστικής σκέψης-ήταν το πρότυπο γλωσσολόγου που ενέπνευσε τους Ευρωπαίους δομιστές Αλλοι δομιστές κλειδιά είαι οι Nikolai Trubetzkoy, Roman Jakobson, Louis Hjelmslev, και Algirdas Greimas, στη γλωσσολογία ο Claude Levi-Strauss, στην ανθρωπολογία ο Louis Altusser, στις πολιτιές επιστήμες, ο Roland Barthes, στην κριτική λόγου και ο Jacques Lacan στην ψυχανάλυση (αν και οι θεωρίες τουBarthes και Lacan εξελίχθηκαν μς μετα-δομιστικές.
En benämna från sociolingvistik hänvisar till de utmärkande sätt där språket används av medlemmar i en viss social grupp. i semiotic villkor kan avse mer allmänt underkoder delas av medlemmar i sådana grupper (se koder).
Ενας όρος της κοινωνικής γλωσσολογίας που αναφέρετι στους διακριτούς τρόπους στους οποίους χρησιμοποιείται η γλώσσα από μέλη μιας ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας. Στην σημειολογία οι όροι αναφέρονται πιο ευρέως σε υπο-κώδικες που μοιράζονται τα μέλη τέτοιων ομάδων
Medan vissa semioticians har behållit en strukturalistisk oro med formella system (huvudsakligen fokusera på detaljerade studier av berättande, film och TV-redigering och så vidare), har många blivit mer intresserade av sociala semiotik. En nyckelfråga för sociala semioticians är med "betecknar praxis" i specifika socio-kulturella sammanhang. Sociala semioticians erkänna att inte alla verkligheter är lika och är intresserade av "platser av kamp", där verkligheten bestrids. Sociala semiotik rötter kan spåras till de tidiga teoretikerna. Saussure själv skrev för semiotik som "en vetenskap som studerar livet av tecken i samhället".
Ενώ μερικοί μελετητές της σημειολογίας ασχολούνται με την δομική έννοια με τα φορμαλιστικά συστήματα (κυρίως εστιάζοντας στις λεπτομερείς μελέτες της αφήγησης, κιηματογράφου ή τηλεοπτικών προγραμμάτων)πολλοί προβληματίζονται περισσότερο με την κοινωική σημειολογία. Ενα πρόβλημα κλειδί κοινωνικών επιστημόνων της σημειολογίας με τις σημαίουσες παρακτικές σε ειδικά κοινωνικο πολιτιστικά περιεχόμενα. Οι κοινωνικοί σημειολόγοι αναγνωρίζουν ότι δεν είναι ίσα όλα τα προγράμματα και εδιαφέρονται σε sites με αγώνα με τα προγράμματα τηελόρασης να εγείρουν αντιθέσεις. Οι ρίζες της κοινωνικής σημειολογία ανάγεται στους πρώιμες υπερασπιστές της θεωρίας. Ο Saussure ο ίδιος έγραψε για την σημειολογία ως επιστήμη που μελετά την ζωή των σημάτων εντός της κοινωνίας.
Social determinism är en hållning som hävdar företräde för sociala och politiska faktorer och inte autonoma påverkan av medium (om detta är en teknik eller språk). Sociala determinister förkastar den kausala prioritet ges till språket av språkliga determinister och teknik av tekniska determinister.
Ο κοινωνικός ντετερμινισμός είναι μια έννοια που βεβαιώνει τους βασικούς κοινωνικούς και πολιτικούς παράγοντες παρά μια αυτόνομη επίδραση του μέσου (αν αυτό είναι γλώσσα ή τεχνολογία) Οι κοινωνικοί ντετερμιστές απορρίπτουν την αιτιακή προτεραιότητα που δίεται στην γλώσσα από τους γλωσσικούς ντετερμινιστές και στην τεχνολογία από τεχνολογικούς ντετερμινιστές.
Samtidigt alla semiotic koder i en bemärkelse sociala koder, kan sociala koder också ses som bildar en stor undergrupp av koder, tillsammans med text koder och förklarande. Sociala koder i denna snävare bemärkelse berör vår tysta kunskap om den sociala världen och inkluderar oskrivna koder som kroppsliga koder, varukoder och beteendevetenskap.
Ενώ όλοι οι εννοιολογικοί κώδικες είναι σε μια ευρεία έννοια κοινωνικοί, οι κοιωικοί κώδικες μπορούν να ειδωθούν μόο ότι σχηματίζουν μια μείζονα υποοδμάδα κωδικών, μαζί με τους κώδικες του κειμένου και κώδικες διερμηνείας. Οι κοινωνικοί κώδικες στα στενά εννοιολογικά πλαίσα αφορούν τη απτή γνώση του κοινωνικού κόσμου και περιλαβάνουν μη γραπτούς κώδικες, όπως κώδικας του σώματος, αριθμητικούς κώδικες και κώδικες συμπεριφοράς.
Semiotic koder har antingen enda artikulation, dubbla artikulation eller ingen artikulation. Koder med enda artikulering har antingen första artikulation eller andra artikulation bara. Koder med första artikulering endast består av tecken - meningsfulla beståndsdelar som systematiskt är relaterade till varandra - men det finns inga andra artikulation att strukturera dessa tecken i minimal, icke-meningsfulla element. Där den minsta återkommande strukturella enheten i en kod är meningsfull, koden har första artikulation bara.
Κώδικες σημειολογίας έχου άλλη απλή άρθρωση, διπλή άρθρωση ή μη άρθρωση. Οι κωδικες με απλή άρθρωση έχουν είτε πρώτη ή δεύτερη άρθρωση μόο. Οι κώδικες με πρώτη άρθρωση αποτελούνται μόνο από σήματα-εννοιολογικά στοιχεία που συστηματικά συνδέονται το ένα με το άλλο-αλλά δεν υπάρχει δεύτερη άρθρωση στη δομή αυτών των σημάτων, σε ελάχιστα μη εννοιλογικά σήματα. Οππυ η μικρότερη επανερχόμενη δομική μονάδα σε έναν κώδικα (δηαδή στα πλαίσια μιας λέξης) έχει όημα, η λέξη είναι φώνημα.
Detta var Baudrillard's term (lånat från Platon); "simulacra" är "kopior utan original" - den viktigaste formen där vi möter texter i den postmoderna kulturen.
Αυτός ήταν όρος του Baudrillard (δανεισμένος από τον Πλάτωνα);'οιμοιώματα'' είναι αιτγραφές δίχως αρχική λέξη-η κύρια μορφή στην οποία συνατάμε στην μεταμοντέρνα κουλτούρα.
Synkron kommunikation är kommunikation där deltagarna kan kommunicera i realtid"- utan betydande förseningar. Här funktionen knyter samman närvaron eller frånvaron av tillverkare av texten och de tekniska egenskaperna hos mediet. Synkron kommunikation är alltid interpersonell kommunikation.
Σύγχρονης επικοινωνίας είναι ανακοίνωση στην οποία οι συμμετέχοντες μπορούν να επικοινωνούν σε πραγματικό χρόνο ' '-χωρίς σημαντική καθυστέρηση. Αυτό το χαρακτηριστικό συνδέει την παρουσία ή την απουσία του ο κατασκευαστής (ες) του κειμένου και τα τεχνικά χαρακτηριστικά του μέσου. Σύγχρονης επικοινωνίας είναι πάντα διαπροσωπικής επικοινωνίας.
Detta är den hållning som vissa betecknar system - som språk eller någon form av textbaserade system - förhand given struktur avgör subjectivityen (eller åtminstone beteende) av individer som utsätts för den.
Αυτό είναι η θέση ότι η εκ των προτέρων δεδομένη δομή κάποιου σημαίνοντος συστήματος - όπως η γλώσσα ή οποιοδήποτε είδος κειμένου σύστημα - καθορίζει την υποκειμενικότητα (ή τουλάχιστον συμπεριφορά) των ατόμων που υποβάλλονται σε αυτό.
De som avvisar textmässiga determinism (till exempel poststructuralists) betona 'polysemic' art av texter - deras mångfald betydelser.
Φαινόμενο κατά το οποίο μια λέξη εκφράζει περισσότερες από μία σημασίες.